Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2008

Περί ομορφιάς (part 1)


Για να μπορέσει κανείς, νομίζω, να αντιληφθεί την ομορφιά γύρω του, πρέπει πρώτα να χει έρθει αντιμέτωπος με την δική του ασχήμια.

Πρέπει να έχει ψάξει βαθιά μέσα του για να ανακαλύψει όλα αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα του, που απατάται πως δεν έχει. Την κακία, την ενοχή και την ζήλια του. Τον φθόνο, το μίσος, την μοναξιά και τα πάθη του. Να έχει βασανιστεί, να έχει παλέψει, να έχει ξαγρυπνήσει για να τα παραδεχτεί, να τα αποδεχτεί και ενδεχομένως να τα αντιμετωπίσει. Να έχει νιώσει βαθιά άσχημος.

Και όσο πιο βαθιά, επίμονα και καρτερικά έχει μοχθήσει για να ξεσκεπάσει την ασχήμια μέσα του, τόσο τα μάτια του θα τον ανταμείβουν και θα του ξεδιπλώνουν σπάνιες εικόνες ομορφιάς, γύρω του, εικόνες που οι άλλοι δεν βλέπουν. Όχι πολλές, αλλά σπάνιες.

Εξάλλου η ασχήμια, όπως και η ομορφιά, είναι μια ιδέα. Και όσο πιο πολύ εξασκείς τις αισθήσεις σου στο να αντιλαμβάνονται την μία ιδέα, τόσο πιο πολύ γίνεσαι ικανός στο να αντιλαμβάνεσαι και μία άλλη.

Για τις δικές μου αισθήσεις, η ομορφιά ταυτίζεται συχνά με την απώλεια. Την έλλειψη, την απουσία, την αφαίρεση. Ομορφιά διακρίνω συχνά εκεί που λείπει η λογική, ο πολιτισμός, ο άνθρωπος, το σώμα. Για να ξετρυπώσεις εξάλλου μια ιδέα, χρειάζεται να την ξεγυμνώσεις, να την απαλλάξεις, να της αφαιρέσεις ότι περιττό.

Δύο εικόνες μου έρχονται στο μυαλό έντονα, όταν σκέφτομαι την ομορφιά, δύο γυναίκες.

Την μία την συνάντησα τυχαία για λίγο. Η άλλη, θεωρώ, πως ήταν γραφτό και για τους δύο μας να με συναντήσει και να με σημαδέψει. Να σημαδέψει την δική μου αρχή και το δικό της τέλος.

Για την πρώτη δεν έχω να γράψω πολλά, παρόλο που η φαντασία μου την ερωτεύτηκε.

Την συνάντησα σε μια άδεια παραλία, ένα μεσημέρι, αρχές Σεπτέμβρη. Καθόμουν στην μία άκρη της παραλίας, κάτω από τον ήλιο, χωρίς γυαλιά, χωρίς αντηλιακό, χωρίς μαγιό, αφήνοντας όσο το δυνατόν περισσότερη επιφάνεια στις βλαβερές ακτίνες για να βλάψουν. Στην άλλη άκρη, την διέκρινα να πλησιάζει από μακριά. Τα μαλλιά της κοντά και μαύρα, τα μάτια της καλυμμένα από ένα ζευγάρι μεγάλα μαύρα γυαλιά ηλίου και το σώμα της από ένα ριχτό λευκό φόρεμα. Περπατούσε αργά, ήρεμα, σχεδόν με δυσκολία, ενώ πίσω της, στον ίδιο ρυθμό, την ακολουθούσε ένας σκύλος.

Στάθηκε σε απόσταση από μένα, έβγαλε από τον σάκο που κουβαλούσε στον ώμο της μία πετσέτα και την έστρωσε στην άμμο. Με κοίταξε για λίγο και ξεκούμπωσε το φόρεμα της. Κάθισε χάμω, έβγαλε το μαγιό της, τύλιξε τα χέρια της γύρω από τα λυγισμένα γόνατά της και προσήλωσε το βλέμμα της στον ορίζοντα με τόση λαχτάρα, όση ποτέ δεν έχει σχεδόν κανένας από μας όταν βρίσκεται στη θάλασσα. Άναψα τσιγάρο και χάθηκα και εγώ στον δικό της ορίζοντα.

Λίγο πριν το σβήσω, την κοίταξα ξανά και παρατήρησα ότι με κοιτούσε. Το σώμα της ακόμη λυγισμένο μπροστά, τα χέρια της ακόμη τυλιγμένα γύρω από τα γόνατά της και το κεφάλι της προς εμένα, σε μία στάση καθόλου υπαινικτική αλλά αντίθετα περισσότερο επιθετική. Στη συνέχεια, ξανακοίταξε μπροστά, έσυρε τα χέρια της πίσω από το σώμα της και στήριξε την πλάτη της, αφήνοντας εκτεθειμένη την μπροστινή πλευρά του σώματός της στον ήλιο και σε μένα.

Το savoir vivre και όλη η ηθικολογία που κατά καιρούς πιπιλάω και γω, δεν κατάφεραν να με συγκρατήσουν από το να επεξεργαστώ το γυμνό σώμα που ήταν ξαπλωμένο δίπλα μου. Οι γάμπες, οι μηροί, ο κώλος, η κοιλιά, το στήθος της.

Ομορφιά-γυναίκα-στήθος. Η ομορφιά, λέξη θηλυκή, με θεά της την Αφροδίτη. Η γυναίκα, φύλο της ομορφιάς, αντικείμενο του πόθου. Και το στήθος, σύμβολο της μητρότητας, της γονιμότητας, της γυναικείας φύσης. Ο μαστός. Η εκτομή του, η μαστεκτομή, ακρωτηριασμός. Της γονιμότητας, της μητρότητας, της γυναίκας.

Δεν ξέρω αν αυτό που δεν φοβήθηκε να εκθέσει πιο πολύ αυτή η γυναίκα ήταν ο μαστός της ή η μαστεκτομή της. Το μέλος ή ο ακρωτηριασμός της. Το παρών ή το απών της. Πάντως καθόταν εκεί, ξαπλωμένη, απαλλαγμένη, ήρεμη δίπλα στη θάλασσα. Είχε πατάξει όποια ασχήμια, δειλία, ενοχή και φόβο και είχε προτάξει το γυμνό, γυναικείο, με κομμένο μαστό, σώμα της στον ήλιο και έδειχνε να απολαμβάνει με όλες τις αισθήσεις της την στιγμή που ζούσε.

Καθόμουν ακίνητος απέναντι της, απροετοίμαστα αντιμέτωπος με την εικόνα της. Είχε καταφέρει να ξεγυμνώσει μπροστά μου όλη την έλλειψη, την αφαίρεση, την απουσία που κουβαλούσε. Όλη την ομορφιά της. Δεν ξέρω αν αυτό που με γοήτευσε ήταν η ασχήμια που είχε ηττηθεί ή η αλήθεια που ήταν ολόγυμνη μπροστά μου, πάντως εγώ έβλεπα πραγματική ομορφιά.

Έμεινα να την κοιτάω ακόμα και όταν σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς την θάλασσα για να βουτήξει. Μετά από αρκετή ώρα βγήκε απ’ το νερό και άρχισε να μαζεύει τα πράγματά της. Κατευθύνθηκα προς το μέρος της για να της πω πόσο όμορφη μου φαίνεται αλλά το μόνο που τόλμησα, ήταν να κάνω κάτι χαζά κομπλιμέντα για το σκύλο. Ξαναγύρισα στην θέση μου και την παρατηρούσα καθώς απομακρυνόταν από την παραλία.

Σίγουρος ότι δεν με βλέπει πια, σήκωσα το χέρι μου, την αποχαιρέτησα και ψιθύρισα "ευχαριστώ".

Δεν υπάρχουν σχόλια: